Sunday, 19 July 2020

Μάλιστα κύριε

Αργά προχθές το βράδυ, περασμένες τέσσερις, πήγα στην κουζίνα για νερό. Τότε ήταν που πρόσεξα τον γεμάτο σκουπιδοτενεκέ, τα χαρτιά και τα πλαστικά περιτυλίγματα γύρω του. Κοίτα να δεις, σκέφτηκα επιστρέφοντας στην τηλεόραση που έδειχνε ένα ντοκιμαντέρ για την Αναγέννηση. Πήγα για ύπνο λίγο πριν ξημερώσει, χωρίς να περάσω από την κουζίνα. Όταν σηκώθηκα έβρεχε κι έκανε κρύο. Ήπια τον καφέ μου όρθιος κοιτώντας τη βροχή από την μπαλκονόπορτα της κρεβατοκάμαρας, όσο το τζάμι θόλωνε και τα πόδια μου πάγωναν. Στην κουζίνα ήταν πιο ζεστά, αλλά ο σωρός φλούδες κάτω από το τραπέζι μύριζε. Τον είδα όταν έσκυψα να πάρω το καμινέτο από το ντουλάπι. Την υπόλοιπη μέρα την πέρασα στο γραφείο σαν τον γραφιά που είμαι, μέχρι που τηλεφώνησε ο μπαμπάς. Για να ηρεμήσω αποφάσισα να χωθώ στο κρεβάτι και να τελειώσω το Νόημα της ζωής, μα με πήρε ο ύπνος. Ξύπνησα από ένα επίμονο τράβηγμα στο στομάχι και σύρθηκα μέχρι την κουζίνα. Ήταν ακόμα σκοτάδι και, προτού καλά καλά πατήσω τον διακόπτη, είδα το πάτωμα στρωμένο με μισοφαγωμένα παϊδάκια μέσα σε ένα σύννεφο λιπαρών ατμών. Άρπαξα ένα μήλο κι έτρεξα προς το σαλόνι, γλιστρώντας στην στροφή. Στάθηκα με δυσκολία, γόνατο πονεμένο και κεφάλι βαρύ από την αναγκαιότητα, κι επέστρεψα στο κρεβάτι. Σήμερα ξύπνησα νιώθοντας μια κάποια αποφασιστικότητα, τέτοια που αποφάσισα να κατεβάσω τα σκουπίδια. Όσο έπλενα τα δόντια μου σκεφτόμουν πως η βαριά οσμή σήψης που έφτανε μέχρι τον διάδρομο δε θα με εμπόδιζε. Τώρα κοντεύουν μεσάνυχτα, βρέχει ξανά και είμαι ξαπλωμένος στον καναπέ. Το παχουλό χέρι του Ζαμπέτα στο μπουζούκι γεμίζει την οθόνη της τηλεόρασης και το δικό μου σφίγγει τη μαύρη σακούλα. Την ακουμπάω κάτω υπό τον ήχο της μηχανής του σκουπιδιάρικου στο ρελαντί από τον δρόμο, άδεια. Προσπαθώ να θυμηθώ πόσο καιρό έχω να δω αυτήν την ταινία, μα δεν τα καταφέρνω.


No comments:

Post a Comment