Wednesday 1 August 2018

Η ζωή που σώζεις μπορεί να είναι η δικιά σου, Flanery O' Conor (1948)

Ο κύριος Σίφτλετ ταράχτηκε τόσο πολύ, που για καμιά τριανταριά μέτρα συνέχισε να οδηγεί με την πόρτα ανοιχτή. Ένα σύννεφο, σα γογγύλι, ακριβώς στο χρώμα του καπέλου του παιδιού, είχε κατέβει μπροστά στον ήλιο, κι ένα άλλο, ακόμα χειρότερο, είχε κουρνιάσει πίσω απ΄ το αυτοκίνητο. Ο κύριος Σίφτλετ ένιωσε λες και θα τον έπνιγε όλη η σαπίλα του κόσμου. Σήκωσε το χέρι του και το άφησε να πέσει στο στήθος του. “Ω Κύριε!” προσευχήθηκε, “ελθέ και σώσον την γην από των μιασμάτων”.
Το γογγύλι συνέχισε να κατεβαίνει αργά. Μετά από μερικά λεπτά, ένας κεραυνός ξέσπασε πίσω του σα διαβολικό γέλιο, και εκρηκτικές στάλες βροχής μεγάλες σαν καπάκια, έπεσαν στο παρμπρίζ του κυρίου Σίφτλετ. Πάτησε βιαστικά το γκάζι και με το κομμένο χέρι του κρεμασμένο από το παράθυρο, προσπάθησε να προλάβει την καταιγίδα που κάλπαζε και να φτάσει πρώτος στο Μομπίλ.
Flanery O' Conor, "Η ζωή που σώζεις μπορεί να είναι η δικιά σου" (1948),
από τη συλλογή Σπάνιο να σου τύχει καλός άνθρωπος,
μτφρ. Ρένας Χατχούτ για τις εκδόσεις Γράμματα (1986)