Tuesday 7 April 2009

Προετοιμασία

Το ταραγμένο μισοΰπνι σου διακόπτεται απότομα, για να διαπιστώσεις ότι χαράζει. Το χλωμό φως της αυγής μπαίνει από τις ραφές και τα μικρά σκισίματα στα τοιχώματα και την οροφή της σκηνής. Ο λύχνος είναι σβηστός και ο χώρος βυθισμένος στο μισοσκόταδο. Επικρατεί σιωπή, αλλά ξέρεις ότι σύντομα θα ακούσεις το σαλπιγκτή να σημαίνει εγερτήριο. Δε σηκώνεσαι όμως. Μένεις γερμένος στο αριστερό σου πλευρό, στη στενή ταξιδιωτική κλίνη, και ακούς το μαλακό θόρυβο της βροχής στο χοντρό, κερωμένο ύφασμα.

Μετά από λίγη ώρα, μπαίνει παραπατώντας ο μικρόσωμος σκλάβος κουβαλώντας τον θώρακά σου. Παραξενεύεται που σε βλέπει ακόμα ξαπλωμένο, αλλά δεν τολμάει να πει τίποτα. Χαμηλόφωνες ομιλίες και μεταλλικοί θόρυβοι έρχονται από τις διπλανές σκηνές, ενώ εσύ μετράς τις μικρές τρύπες στην οροφή.

Τελικά σηκώνεσαι. Έχει ξημερώσει εντελώς πια. Ο Ξανθίας επιστρέφει με μία μπρούτζινη κανάτα γεμάτη νερό και τις γυαλισμένες περικνημίδες σου. Το στρατόπεδο ακούγεται να έχει ξυπνήσει για τα καλά. Βρέχεις με νερό το πρόσωπο και τα μακριά, κατάμαυρα μαλλιά σου, αυτά που κάνουν τους τρομαγμένους αντιπάλους σου να σε αποκαλούν «κορακοκέφαλο». Σκύβεις και κάθεσαι στο σκαμνί, για να φορέσεις τα ψηλά δερμάτινα υποδήματά σου, ενώ αφουγκράζεσαι τη βροχή να δυναμώνει ολοένα.

Είναι η ίδια βροχή που θα ξεπλύνει από τη λάσπη και τα αίματα το άψυχο κουφάρι σου, που θα κείτεται παρατημένο, κάπου τριακόσια πόδια έξω από την πύλη του κάστρου των Μεγάρων, με ένα μακρύ, ξύλινο κοντάρι ακοντίου να εξέχει από την κοιλιά του και τη σπονδυλική στήλη σπασμένη στα δύο σαν ξερόκλαδο.

Αργότερα, πολύ αργότερα, θα σας μαζέψουν με προσοχή και σεβασμό. Φορτωμένους σε κάρα, θα σας φέρουν πίσω στην Αθήνα. Στο σπίτι θα σε υποδεχτεί στην πλούσια αγκαλιά της η Θαΐς, με τα μαλλιά λυμένα και το πρόσωπο όλο γρατζουνιές, αφού τα νέα θα έχουν φτάσει σε αυτή, πριν από το σώμα σου· τα μάτια της θα είναι κόκκινα, τα στήθη της μελανιασμένα από τα χτυπήματα του θρήνου και η φωνή της βραχνή, σχεδόν δε θα ακούγεται.

Με τη βοήθεια της σκλάβας, θα σε ξαπλώσει στο κρεβάτι σας και θα ακουμπήσει δύο φιλιά στα κλειστά σου μάτια. Έπειτα, θα έρθουν οι γριές με τα κλαδιά στα χέρια, να σε πλύνουν και να σου φορέσουν τον μακρύ, λινό χιτώνα. Η Θαΐς θα τις παρακολουθεί από το άνοιγμα της πόρτας.

Την επόμενη μέρα, σε τέθριππο στολισμένο με κόκκινες κορδέλες, θα σε μεταφέρουν στον Κεραμικό. Θα έχουν στοιβάξει τα ξύλα τακτικά και θα έχουν φτιάξει με αυτά μία εξέδρα, όπου θα χωράει με άνεση ένα μεγαλόσωμο αντρικό κορμί σαν το δικό σου. Θα σε ξαπλώσουν με φροντίδα, θα στρώσουν τα ενδύματα γύρω σου και θα τοποθετήσουν το ξίφος σου, αυτό που καθάρισες χθες, μετά το δείπνο, ανάμεσα στα χέρια σου. Αφού γίνουν οι σπονδές και ο ιερέας αδειάσει μία κύλικα κρασί στο χώμα, ο τελετάρχης θα βάλει φωτιά στα ξύλα, που, καθώς θα είναι ραντισμένα με λάδι, θα λαμπαδιάσουν αμέσως. Αν και θα ψιχαλίζει, ανελέητες φλόγες γρήγορα θα σε κυκλώσουν και σιγά-σιγά θα εξαφανίσουν τα νύχια, τις τρίχες, τα μαλλιά, τις βλεφαρίδες, τα μάτια, το δέρμα, τις σάρκες, τα οστά, τα σπλάχνα και τον εγκέφαλο σου, ενώ πυκνός καπνός θα μαυρίζει τον βροχερό ουρανό από πάνω σου.

Ο τελετάρχης θα μείνει δίπλα στην πυρά πολλές ώρες, παριστάνοντας ότι η μυρωδιά της καμένης σάρκας δε φτάνει στα ρουθούνια του και περιμένοντας να λιώσει και το τελευταίο κομματάκι σου, για να μαζέψει τις στάχτες και να τις παραδώσει στον αδελφό σου, μέσα σε έναν αμφορέα. Η ακούραστη Θαΐς θα παρακολουθήσει όλα τα στάδια της διαδικασίας του αφανισμού σου αμίλητη, κρατώντας σφιχτά στα χέρια της την ασημένια ζώνη και την αιχμή από το δόρυ σου, για να τα τοποθετήσει στο λάκκο, όπου που θα θάψουν το δοχείο με τις στάχτες σου.

Πιάνεις να φορέσεις τις περικνημίδες, και αρχίζεις να μετράς πόσες φορές μέχρι τώρα έχεις κάνει αυτές τις σκέψεις, προσπαθείς να μαντέψεις πόσες φορές θα τις ξανακάνεις ακόμα. Σηκώνεσαι, ισιώνεις τη ράχη και χτυπάς με τις δύο παλάμες τα μάγουλά σου. Φωνάζεις τον Ξανθία να έρθει να σε βοηθήσει να φορέσεις τον θώρακα, ενώ καταπίνεις την άγρια κραυγή που πασχίζει να βγει από το στόμα σου. Ταυτόχρονα, αναζητάς το τρομερό σου κράνος με τα φτερά κόρακα στο λοφίο.

Σεμινάριο Δημιουργικής Γραφής
Μεταίχμιο, Απρίλιος 2009

Passion

No comments:

Post a Comment