April 5, 1955 – “A Drink in the Rain” was awarded 1st place in Pictorial class in the Baltimore Press Photographers Association Annual Contest. Stacks won 5 additional awards
April 5, 1955 – “A Drink in the Rain” was awarded 1st place in Pictorial class in the Baltimore Press Photographers Association Annual Contest. Stacks won 5 additional awards
High noon, oh I'd sell my soul for water
Nine years worth of breakin' my back
There's no sun in the shadow of the wizard
See how he glides, why he's lighter than air?
Oh I see his face!
Where is your star?
Is it far, is it far, is it far?
When do we leave?
I believe, yes, I believe
In the heat and the rain
With whips and chains
To see him fly
So many die
We build a tower of stone
With our flesh and bone
Just to see him fly
But don't know why
Now where do we go?
Hot wind, moving fast across the desert
We feel that our time has arrived
The world spins, while we put his dream together
A tower of stone to take him straight to the sky
Oh I see his face!
All eyes see the figure of the wizard
As he climbs to the top of the world
No sound, as he falls instead of rising
Time standing still, then there's blood on the sand
Oh I see his face!
[by Ronnie James Dio & Ritchie Blackmore, from the album Rising (1976)]
Εγώ, όταν θα μεγαλώσω
θα γίνω Σεπτέβρης, έλεγε ο Αύγουστος.
Έβρεξε δω λιγάκι.
Δοκιμαστικά, σαν έλεγχος
αν λειτουργούν καλά οι πτώσεις.
Όπως χτυπάνε κάθε τόσο
ξαφνικά οι σειρήνες, δοκιμαστικά,
αν λειτουργεί καλά
ο τρόμος του πολέμου.
Ελάχιστη βροχή,
ίσα που την πλατάγισε στο στόμα του
το χώμα τη σταγόνα
–καθώς δοκιμαστής κρασιών–,
μόλις που πρόλαβε η υγρόεσσα ευωδιά
παραπονιάρα να τριφτεί
πάνω στα περιβόλια.
Δέναν οι παραθεριστές
στις σχάρες των αυτοκινήτων την Αθήνα,
μαρσάραν τις βαλίτσες τους και φεύγαν.
Πεθαίναν απ’ τη ζήλια τους τα σπίτια
κοιτώντας τα τροχόσπιτα
στην Εθνική Οδό του Σεπτεμβρίου.
Απ’ τ’ ανοιχτά παραθυράκια τους,
μικρά όσο ένα σάντουιτς ματιάς,
κουρτινάκια φτερακίζαν κατά έξω,
νάιλον γλάροι εμπριμέ, δεμένοι.
Λοξά στημένη
νανούριζε τα τέλια της
μια κιθάρα ηλιοκαμένη.
Ευτυχώς βελτιώθηκε
το βιοτικό επίπεδο της βάρκας.
Γίνανε βάρκες κατοικίδιες
–αστυφιλία των σκαριών.
Αστραφτερές, εξωλέμβιες,
πάνω στα τρέιλερ κουρνιασμένες,
ακολουθούν τ’ αφεντικά τους,
σκυλάκια ράτσας
χωρίς καθόλου τρίχωμα θαλάσσης.
Γαύροι πηδάνε κατά πάνω,
μια τελευταία ασημένια περιέργεια.
Κάτι θα την πονέσει απόψε τη βραδιά
γι’ αυτό το προς το τέλος.
Αν έχει ξαστεριά
θα πιει κάποιο παυσίπονο αστέρι.
Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο.
Μήπως και ξαναβρέξει.
Να σε ξεπλύνω λίγο.
Είσαι μες στην αλμύρα και τ’ αλάτια
από τότε που ήμουνα θάλασσα.
(από τη συλλογή Το τελευταίο σώμα μου, 1981)