Monday, 10 August 2020

Carlo Lucarelli, Ένα μουντό καλοκαίρι (1991)

Η βροχή τους αιφνιδίασε όταν βρίσκονταν ακόμα στα μισά της αλέας και το μόνο που την προμηνούσε ήταν μια γρήγορη αλλαγή φωτός και η έντονη και υγρή μυρωδιά του σίδερου. Η βίαιη νεροποντή με τις χοντρές και βαριές σταγόνες της τους ανάγκασε να τρέξουν και στο τέλος της αλέας, όταν η βίλα ξεπρόβαλε τόσο ξαφνικά μπροστά τους ανάμεσα στα δέντρα, σταμάτησαν και οι δύο για μια στιγμή προτού μπουν γρήγορα κάτω από τη βεράντα που κάλυπτε την κύρια είσοδο.

“Να πάρει η ευχή”, είπε ο Λεονάρντι, “έχω γίνει μούσκεμα! 'Ηταν απαραίτητη όμως λίγη βροχή για τα χωράφια.”

Ο Ντε Λούκα κοίταξε κακοδιάθετος και δεν είπε λέξη. Κούμπωσε το αδιάβροχο στο λαιμό αναριγώντας, αφού οι σταγόνες γλιστρούσαν από τα μαλλιά του και κατέβαιναν μέχρι την πλάτη του, δημιουργώντας του μεγάλη ενόχληση και εκνευρισμό.

“Ας μπούμε”, είπε φωνάζοντας δυνατά, για να σκεπάσει το θόρυβο της μπόρας που μέσα σ' ένα λεπτό δυνάμωσε.

Κατευθύνθηκε προς την κύρια είσοδο, αλλά ο Λεονάρντι τον σταμάτησε πιάνοντάς τον από το μπράτσο.

“Είναι παράξενο αυτό το σπίτι, κυρ μηχανικέ”, είπε. “Είναι ένα σπίτι με φωνές.”


Carlo Lucarelli, Ένα μουντό καλοκαίρι, 1991 (μτφρ. Μ. Σπυριδοπούλου για τις εκδόσεις Κέδρος, 2003)

No comments:

Post a Comment