Έξω, πρέπει να υπήρχε η θάλασσα και η νύχτα,
η ατέλειωτη θλίψη σ' αυτά τα μαύρα και
βαθιά νερά. Ένα μπρούτζινο ρολόι,
κρεμασμένο στον τοίχο, έδειχνε έντεκα,
έντεκα το βράδυ σίγουρα·
και από το ξύλινο ταβάνι ακουγόταν ο
θόρυβος της βροχής.
Συζητούσαν
πολύ χαρούμενα μεταξύ τους ζητήματα
γάμου – αλλά χωρίς να λένε ατιμίες. Όχι,
ήταν σχέδια για όσους ήταν ανύπαντροι,
ή αστείες ιστορίες που συνέβησαν στον
τόπο τους στη
διάρκεια γαμήλιων τελετών. Καμιά φορά,
πετούσαν ανάμεσα σε γέλια κάποιο λιγάκι
τολμηρό υπαινιγμό στην ηδονή του έρωτα.
Αλλά ο έρωτας, όπως τον εννοούν άνδρες
βρεγμένοι ως το κόκκαλο, είναι πάντα
κάτι υγιές, και μέσα στην ωμότητά του
παραμένει σχεδόν αγνός.
(μτφρ.
I.
Μποτουροπούλου
για τις εκδόσεις Στερέωμα, 2019)
No comments:
Post a Comment