Sunday, 4 March 2018

Αγαπημένη, Toni Morrison (1987)

Έβρεχε.
Φίδια βγήκαν από τα κοντόφυλλα πεύκα και τα βρομόχορτα.
Έβρεχε.
Τα κυπαρίσσια, οι κίτρινες λεύκες, οι φλαμουριές κι οι φοίνικες έγειραν κάτω από πέντε μέρες βροχής χωρίς αέρα. Ως την όγδοη μέρα τα περιστέρια είχαν γίνει άφαντα, ως την ένατη είχαν χαθεί ακόμα και οι σαλαμάντρες. Οι σκύλοι κατέβασαν τ' αυτιά τους και κοίταζαν πάνω από τις πατούσες τους. Οι άνδρες δεν μπορούσαν να δουλέψουν. Το κλείσιμο της αλυσίδας ήταν αργό, το πρωινό εγκαταλείφθηκε, ο χορός έγινε αργό σύρσιμο στο χυλό της χλόης και την ασταθή γή.
Αποφάσισαν να τους κλειδώσουν όλους στα κουτιά τους μέχρι να πάψει ή τουλάχιστον να μειωθεί, ώστε ο λευκός να μπορεί να περπατήσει, διάολε, χωρίς να μουσκέψει τ' όπλο του και τα σκυλιά να πάψουν να τρέμουν. Η αλυσίδα περάστηκε σε σαράντα έξι κρίκους από το καλύτερο σφυρήλατο σίδερο της Γεωργίας.
Έβρεχε.
Toni Morrison, Αγαπημένη (1987)
μτφρ. Έφης Καλλιφατίδη για τις εκδόσεις Νεφέλη (1989)

No comments:

Post a Comment