Έφτασα
στην άκρη της πλατείας Κονκόρντ, που
την αυλάκωναν με βραδύτητα νεκροφόρας
ζωηρόχρωμα τουριστικά πούλμαν. Τα
φανάρια και τα συντριβάνια με τα φωτεινά
νερά, μ' έκαναν να κλείνω τα μάτια. Δεξιά,
πάνω στο κιγκλίδωμα του Κεραμεικού,
κυλούσαν σκιές: το βαποράκι του Σηκουάνα.
Οι προβολείς του διαπερνούσαν τις
φυλλωσιές των δέντρων, από την άλλη
πλευρά της λεωφόρου Σανς Ελυζέ, κι εγώ
ήμουν ολομόναχος μέσα σ' έμα θέαμα ήχου
και φωτός που δινόταν σε μια νεκρή πόλη.
Μα υπήρχαν στ' αλήθεια επιβάτες μέσα
στα πούλμαν αυτά και πάνω στο κατάστρωμα
αυτού του βαποριού;
Μια
αστραπή έλαμψε στον ουρανό, πάνω απ' τον
Κεραμεικό, κι ακούστηκε μετά το απόμακρο
τροχαλητό της βροντής. Έχωσα ανάμεσα
στο σακκάκι και στο πουκάμισό μου το
ντοσιέ που μου είχε δώσει η Γκίτα Βατιέ
κι έμεινα εκεί, καθιστός σ' ένα πάγκο,
περιμένοντας τις πρώτες σταγόνες της
βροχής.
Patrick Modiano, Η χαμένη γειτονιά,
1984
(μτφρ. Μπάμπη Λυκούδη για τις
εκδόσεις Χατζηνικολή, 1986)
No comments:
Post a Comment